Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

ΑΕ_Γ΄ΛΥΚΕΙΟΥ_ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ_μετάφραση



 Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια



Μετάφραση



Ενότητα 1η (Β 1, 1-3)




Δύο είναι λοιπόν τα είδη της αρετής, η διανοητική και η ηθική. Η διανοητική και για να δημιουργηθεί και για να αυξηθεί βασίζεται κυρίως στη διδασκαλία, γι' αυτό άλλωστε απαιτεί εμπειρία και χρόνο. Η ηθικ]η είναι αποτέλεσμα της συνήθειας, γι' αυτό και της δόθηκε αυτό το όνομα που λίγο διαφέρει από τη λέξη συνήθεια (ἔθος). Είναι λοιπόν φανερό ότι καμιά από τις ηθικές αρετές δεν την έχουμε από φυσικού μας. Τίποτε άλλωστε από αυτά που προέρχονται από τη φύση δεν αποκτά διαφορετικές ιδιότητες, όπως π.χ. η πέτρα, η οποία από τη φύση έλκεται προς τα κάτω, δε θα μπορούσε να αποκτήσει την ιδιότητα να κατευθύνεται προς τα πάνω, ούτε ακόμη κι αν κάποιος πετώντας την προς τα πάνω χιλιάδες φορές προσπαθεί αυτό να της το αλλάξει. Και με τη φωτιά πάλι, το αντίθετο. Και σε κανένα άλλο πράγμα που έχει άλλες ιδιότητες από τη φύση του δε θα μπορούσε κάποιος αυτές να τις αλλάξει. Άρα οι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας από τη φύση ούτε όμως δημιουργούνται ενάντια σ' αυτήν, αλλά από τη φύση μας είμαστε προετοιμασμένοι να τις δεχτούμε, φτάνουμε όμως σε μια τελειότητα σε σχέση μ' αυτές με τη συνήθεια.

 


Ενότητα 2η (Β 1, 4)




Επιπλέον, για όσες ιδιότητες έχουμε από τη φύση, τη δυνατότητα να τις ενεργοποιήσουμε την έχουμε μέσα μας από πιο πριν, ενώ ύστερα προχωρούμε και στις αντίστοιχες ενέργειες (αυτό γίνεται φανερό και στην περίπτωση των αισθήσεων. Δεν αποκτούμε δηλαδή τις αισθήσεις με το να δούμε πολλές φορές ή να ακούσουμε, αλλά αντίστροφα έχοντάς τες τις χρησιμοποιήσαμε και δεν τις αποκτήσαμε εξασκώντας τες). Τις αρετές όμως τις αποκτούμε αφού προηγουμένως τις πραγματοποιήσουμε, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις υπόλοιπες τέχνες: όσα πρέπει κανείς να μάθει σχετικά μ' αυτές και να τα εφαρμόζει, αυτά τα μαθαίνει μέσα από την πράξη· για παράδειγμα οι οικοδόμοι γίνονται οικοδόμοι χτίζοντας και οι κιθαριστές παίζοντας κιθάρα. Έτσι λοιπόν και εμείς εφαρμόζοντας το δίκαιο γινόμαστε δίκαιοι, ασκώντας τη σωφροσύνη σώφρονες, επιδεικνύοντας ανδρεία ανδρείοι.

 


Ενότητα 3η (Β 1, 5-7)




Απόδειξη για τα παραπάνω αποτελεί και αυτό που συμβαίνει στις πόλεις. Οι νομοθέτες δηλαδή κάνουν τους πολίτες καλούς με τη δύναμη της συνήθειας. Αλλά και η θέληση κάθε νομοθέτη είναι ακριβώς αυτή και όσοι δεν κάνουν σωστά το έργο τους, αποτυχαίνουν. Σ' αυτό, άλλωστε, διαφέρει το ένα πολίτευμα από άλλο, το επιτυχημένο από το αποτυχημένο. Ακόμη, για τους ίδιους λόγους και με τα ίδια μέσα και δημιουργείται και φθείρεται κάθε αρετή, όπως συμβαίνει και με κάθε τέχνη. Γιατί με το παίξιμο της κιθάρας γίνονται και οι καλοί και οι κακοί κιθαριστές. Με ανάλογο τρόπο και οι οικοδόμοι και όλοι. Με το να χτίζουν με επιδεξιότητα γίνονται καλοί οικοδόμοι, ενώ όσοι χτίζουν πρόχειρα γίνονται κακοί. Κι αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα, δεν θα χρειαζόταν καθόλου οι άνθρωποι που θα δίδασκαν, αλλά όλοι θα ήταν καλοί ή κακοί εκ γενετής.

 


Ενότητα 4η (Β 1, 7-8)




Έτσι είναι τα πράγματα και όσον αφορά στις αρετές. Στις μεταξύ μας σχέσεις δηλαδή γινόμαστε πάνω στην πράξη άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι, ενώ αντιμετωπίζοντας φοβερές καταστάσεις και συνηθίζοντας να φοβόμαστε ή να δείχνουμε θάρρος γινόμαστε άλλοι ανδρείοι και άλλοι δειλοί. Παρόμοια συμβαίνει και όσον αφορά τις επιθυμίες και τις καταστάσεις του θυμού. Άλλοι δηλαδή γίνονται εγκρατείς και πράοι ενώ άλλοι ακόλαστοι και ευέξαπτοι, οι πρώτοι επειδή συμπεριφέρονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ενώ οι δεύτεροι με έναν άλλο. Με μια φράση, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας διαμορφώνονται από την επανάληψη όμοιων ενεργειών. Γι' αυτό και πρέπει να προσδίδουμε μια ορισμένη ποιότητα στις ενέργειες αυτές. Γιατί τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας αποτελούν συνέπειες των διαφοροποιημένων ενεργειών μας. Η διαφορά λοιπόν του να αποκτά κανείς τη μια ή την άλλη συνήθεια από την πιο μικρή ηλικία όχι μόνο δεν είναι αμελητέα, αλλά πάρα πολύ μεγάλη, μάλλον απόλυτη.

 


Ενότητα 5η (Β 3, 1-2)




Απόδειξη για το ότι έχουν πια διαμορφωθεί κατά μόνιμο τρόπο οι ιδιότητες του χαρακτήρα πρέπει να έχει κανείς την ευχαρίστηση ή την λύπη που συνοδεύει τις πράξεις μας. Εγκρατής δηλαδή είναι αυτός που αποφεύγει τις σωματικές ηδονές και αισθάνεται χαρά γι' αυτό, ενώ αυτός που στενοχωριέται είναι ακόλαστος. Ανδρείος πάλι είναι αυτός που υπομένει τις συμφορές και είναι χαρούμενος ή τουλάχιστον δεν λυπάται, ενώ αυτός που λυπάται είναι δειλός. Γιατί στην πραγματικότητα η ηθική αρετή έχει σχέση με την ευχαρίστηση και τη λύπη. Εξαιτίας της ευχαρίστησης δηλαδή προβαίνουμε σε κακές πράξεις, ενώ εξαιτίας της λύπης απέχουμε από τα ωραία πράγματα. Γι' αυτό και είναι ανάγκη να έχει πάρει κανείς την αγωγή εκείνη που θα τον κάνει, όπως λέει και ο Πλάτωνας, από την νεαρή του ηλικία να χαίρεται ή να λυπάται με όσα ταιριάζει (να χαίρεται ή να λυπάται). Γιατί αυτή είναι η σωστή παιδεία.

 


Ενότητα 6η (Β 6, 1-4)




Είναι απαραίτητο όμως κανείς να πει όχι μόνο ότι η ηθική αρετή είναι συνήθεια, αλλά και τι λογής συνήθεια είναι. Πρέπει λοιπόν να αναφερθεί ότι κάθε αρετή, σε όποιο πράγμα κι αν αναφέρεται, οδηγεί αυτό το πράγμα στην πιο τέλεια κατάστασή του και το βοηθά επίσης να επιτελέσει με σωστό τρόπο το έργο του. Για παράδειγμα: η ικανότητα του ματιού να βλέπει, κάνει και το μάτι και τη λειτουργία του πολύ σημαντικά. Γιατί χάρη στην ικανότητα του ματιού βλέπουμε καλά. Παρόμοια και η ικανότητα του αλόγου το κάνει σπουδαίο και γρήγορο στο να τρέχει και ικανό να κρατά τον αναβάτη του και να στέκεται αντιμέτωπο στους εχθρούς. Αν λοιπόν ισχύει αυτό για όλα τα πράγματα, και η ανθρώπινη αρετή είναι μάλλον μια συνήθεια εξαιτίας της οποίας ο άνθρωπος γίνεται καλός και που με τη βοήθειά της πραγματοποιεί καλύτερα το έργο του. Πώς συμβαίνει αυτό [...], θα γίνει φανερό με τον εξής τρόπο, αν δηλαδή εξετάσουμε ποια είναι η ιδιαίτερη φύση της.

 


Ενότητα 7η (Β 6, 4-8)




Σε κάθετί που είναι συνεχές και μπορεί να διαιρεθεί, μπορούμε να πάρουμε ένα μεγαλύτερο μέρος, ένα μικρότερο και ένα ίσο· κι όλ' αυτά ή σε σχέση με το ίδιο το πράγμα ή σε σχέση με εμάς. Κι ονομάζω μέσο σε σχέση με το κάθε πράγμα αυτό που απέχει εξίσου από το καθένα από τα δύο άκρα, το οποίο είναι ένα και το ίδιο για κάθε πράγμα. Το μέσο πάλι σε σχέση με μας είναι αυτό που ούτε περισσεύει ούτε λείπει. Αυτό δεν είναι ένα ούτε και το ίδιο για όλους. Παράδειγμα: αν το δέκα είναι το πολύ και το δύο είναι το λίγο, το έξι το θεωρούμε μέσο. Γιατί υπερέχει και υπερέχεται (από τα δύο άκρα) κατά τον ίδιο αριθμό μονάδων. Κι αυτό είναι το μέσο κατά τη διδασκαλία της αριθμητικής επιστήμης. Το μέσο πάλι σε σχέση μ' εμάς δεν πρέπει να το ορίσουμε κατά τον ίδιο τρόπο. Αν, δηλαδή, για κάποιον το να φάει δέκα μερίδες είναι πολύ και το να φάει δύο είναι λίγο, ο προπονητής του δεν θα ορίσει να φάει έξι μερίδες. Γιατί κι αυτό ενδεχομένως γι' αυτόν που θα φάει αυτές τις ποσότητες μπορεί να είναι πολύ ή λίγο. Για έναν Μίλωνα δηλαδή μπορεί να είναι λίγο, ενώ για έναν αρχάριο στον αθλητισμό πολύ. Παρόμοια συμβαίνει και στο αγώνισμα του δρόμου ή της πάλης. Έτσι λοιπόν κάθε ειδικός αποφεύγει την υπερβολή και την έλλειψη, και επιζητεί το μέσο και αυτός είναι ο τελικός στόχος του. Αυτό το μέσο όμως είναι το μέσο όχι σε σχέση με τα πράγματα αλλά σε σχέση με μας.

 


Ενότητα 8η (Β 6, 9-10)




Αν λοιπόν η κάθε τέχνη εκπληρώνει σωστά το έργο της, αποβλέποντας στο μέσο και οδηγώντας σ' αυτό τα έργα της (γι' αυτό και συνηθίζουν να λένε στο τέλος των πετυχημένων έργων ότι δεν μπορεί κανείς να αφαιρέσει απ' αυτά ούτε να προσθέσει, γιατί τόσο η υπερβολή όσο και η έλλειψη καταστρέφουν την επιτυχία του, ενώ το μέσο τη διασώζει· αλλά και οι καλοί τεχνίτες, όπως λέμε, εργάζονται έχοντας αυτό στο νου τους), κι αν η αρετή υπερέχει από κάθε τέχνη στην ακρίβεια, όπως και η φύση, τότε η αρετή, θα έλεγα ότι έχει ως στόχο της το μέσον. Και εννοώ την ηθική αρετή. Γιατί αυτή έχει σχέση με τα πάθη και τις πράξεις, στα οποία υπάρχει η υπερβολή, η έλλειψη και το μέσο.

 


Ενότητα 9η (Β 6, 10-13)




Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να φοβηθεί ή να νιώσει θάρρος, να επιθυμήσει, να οργιστεί, να σπλαχνιστεί, και γενικά να νιώσει ευχαρίστηση ή λύπη είτε σε μεγαλύτερο είτε σε μικρότερο βαθμό. Και τα δύο αυτά δεν είναι καλά. Το να νιώσει όμως κανείς αυτά τα συναισθήματα όταν πρέπει και σε σχέση με τα πράγματα και τους ανθρώπους που πρέπει και και για τον λόγο και με τον τρόπο που πρέπει, αυτό είναι το μέσο και το άριστο. Και αυτό έχει άμεση σχέση με την αρετή. Τα ίδια ισχύουν και για τις πράξεις, όπου υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και το μέσο. Και η αρετή έχει σχέση με τα πάθη και τις πράξεις και εδώ η υπερβολή και η έλλειψη σημαίνει αστοχία και επικρίνεται, ενώ το μέσο αποσπά τον έπαινο και αποτελεί το ορθό. Και τα δύο αυτά έχουν σχέση με την αρετή. Συμπερασματικά, η αρετή είναι κάποιο είδος μεσότητας μια και έχει ως στόχο της σίγουρα το μέσο.



Ενότητα 10η (Β 6, 14-16)




Ακόμη, το να κάνει κανείς λάθος συμβαίνει με πολλούς τρόπους (γιατί το κακό έχει σχέση με το άπειρο, όπως υπέθεταν οι Πυθαγόρειοι, ενώ το καλό είναι πεπερασμένο), ενώ το σωστό γίνεται με έναν μόνον τρόπο (γι' αυτό και το ένα είναι εύκολο ενώ το άλλο δύσκολο: το να αποτυχαίνει κανείς σε σχέση με το στόχο του είναι εύκολο, ενώ δύσκολο το να τον πετυχαίνει). Και γι' αυτό η υπερβολή και η έλλειψη είναι χαρακτηριστικά της κακίας, ενώ το χαρακτηριστικό γνώρισμα της αρετής είναι η μεσότητα:

καλοί μ' έναν μόνον τρόπο, κακοί με κάθε τρόπο
Η αρετή είναι λοιπόν μια έξη, την οποία ο άνθρωπος επιλέγει ελεύθερα, βρίσκεται στο μέσο το σε σχέση μ' εμάς και καθορίζεται από τη λογική και συγκεκριμένα τη λογική που, κατά τη γνώμη μου, θα όριζε ο φρόνιμος άνθρωπος. Είναι μέσο ανάμεσα σε δύο κακίες, που η μια έχει σχέση με την υπερβολή και η άλλη με την έλλειψη. Μ' αυτό το νόημα, αυτές επιπλέον αποτελούν υπερβολή ή έλλειψη σε σχέση μ' αυτό που πρέπει, είτε στα πάθη είτε στις πράξεις, ενώ η αρετή βρίσκει και επιλέγει το μέσο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου